Οικουμενικον Πατριαρχείον
Οικουμενικον Πατριαρχείον
Οικουμενικον Πατριαρχείον
 

 

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΤΟΥ κ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΔΕΡΕΔΑΚΗ

ΜΕ ΤΙΤΛΟ: «ΑΡΚΑΔΙ, 150 ΧΡΟΝΙΑ ΕΟΡΤΑΣΜΩΝ»

ΑΠΟ ΤΟΝ κ. ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΓΟΡΓΟΡΑΠΤΗ, ΘΕΟΛΟΓΟ,

ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΩΝ ΕΠΕΤΕΙΑΚΩΝ ΕΚΔΗΛΩΣΕΩΝ

ΓΙΑ ΤΑ 150 ΕΤΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΚΑΔΙΚΗ ΕΘΕΛΟΘΥΣΙΑ

Ρέθυμνο, 19 Οκτωβρίου 2016

Ε­πέ­λε­ξα να ξε­κι­νή­σω με τους πρώ­τους στί­χους α­πό το ποί­η­μα του Ι­ω­άν­νη Πο­λέ­μη, που καρ­φί­τσω­σε στο λά­βα­ρο του Αρ­κα­διού στους ε­ορ­τα­σμούς για τις νί­κες του ελ­λη­νι­κού στρα­τού στο Πα­να­θη­να­ϊ­κό Στά­διο το Σε­πτέμ­βριο του 1920:

 

«Μπρός στό κου­ρέ­λι σκύ­ψε­τε μέ δα­κρυ­σμέ­να μά­τια,
ὅ­ταν ἡ δό­ξα τ’ ἅρ­πα­ξε μέ­σ’ ἀ­πό τή φω­τιά,
τό­σο σφι­χτά τ’ ἀγ­κά­λια­σε, πού τό ‘κα­νε κομ­μά­τια,
στά στή­θια τά πλα­τιά!»

 

   Σε αυ­τό το κεί­με­νο κα­τά τη γνώ­μη μου συμ­πυ­κνώ­νε­ται ο­λό­κλη­ρο το Αρ­κα­δι­κό έ­πος. Στα χνά­ρια των πρώ­των στί­χων του ποι­ή­μα­τος πά­τη­σαν οι εκ­δη­λώ­σεις τι­μής για το Ο­λο­καύ­τω­μα της Μο­νής. Δά­κρυ­α για την κα­τα­στρο­φή, δό­ξα για τους Ή­ρω­ες….

   Κα­νέ­νας ε­ρευ­νη­τής ως σή­με­ρα δεν εί­χε συγ­κεν­τρώ­σει με­θο­δι­κά σε έ­να βι­βλί­ο τους τι­μη­τι­κούς ε­ορ­τα­σμούς για το «Ι­στο­ρι­κόν της Κρή­της Αρ­κά­δι» για να μπο­ρέ­σει ο α­να­γνώ­στης μέ­σα α­π’ τις πε­ρι­γρα­φές των ε­ορ­τών και τους πα­νη­γυ­ρι­κούς λό­γους να α­φουγ­κρα­σθεί το μέ­γε­θος της Ε­θε­λο­θυ­σί­ας. Το κε­νό αυ­τό έρ­χε­ται να συμ­πλη­ρώ­σει ο Νί­κος Δε­ρε­δά­κης με το βι­βλί­ο του, που τι­τλο­φο­ρεί­ται : «Αρ­κά­δι, 150 χρό­νια ε­ορ­τα­σμών».

   Ο Νί­κος προ­σπά­θη­σε και πέ­τυ­χε πι­στεύ­ω να το­πο­θε­τή­σει τον α­να­γνώ­στη πλά­ι στους με­γά­λους πο­λι­τι­κούς, ό­πως το «μαύ­ρο Κα­βα­λά­ρη» Νι­κό­λα­ο Πλα­στή­ρα, τη στιγ­μή που α­πό τα δαφ­νο­στε­φα­νω­μέ­να Κλά­ου­στρα προ­χω­ρά στο Κα­θο­λι­κό και την Πυ­ρι­τι­δα­πο­θή­κη της Μο­νής. Κα­τα­φέρ­νει να κα­θί­σει τον α­να­γνώ­στη στο υ­πε­ρή­φα­νο ά­λο­γο που με­τα­φέ­ρει τον Ύ­πα­το Αρ­μο­στή Κρή­της πρίγ­κι­πα Γε­ώρ­γιο στο Αρ­κά­δι, α­πό τον κα­κο­τρά­χα­λο δρό­μο του Ά­δε­λε, πε­τυ­χαί­νει να τρα­βή­ξει με τον πρω­θυ­πουρ­γό Ε­λευ­θέ­ριο Βε­νι­ζέ­λο το λευ­κό σεν­τό­νι στα α­πο­κα­λυ­πτή­ρια του α­γάλ­μα­τος του Α­γνώ­στου Στρα­τι­ώ­τη το Νο­έμ­βριο του 1930, να κα­τα­θέ­σει δάφ­νι­νο στε­φά­νι με τον «ε­θνι­κό Κυ­βερ­νή­τη» Ι­ω­άν­νη Με­τα­ξά στο Μαυ­σω­λεί­ο των Η­ρώ­ων στον πα­λιό α­νε­μό­μυ­λο της Μο­νής, να στα­θεί πλά­ι στο Πλα­στή­ρα στη ξύ­λι­νη ε­ξέ­δρα, που στή­θη­κε στη  Προ­κυ­μαί­α για να πα­ρα­κο­λου­θή­σει την πα­ρέ­λα­ση τι­μής στην Ε­θε­λο­θυ­σί­α, να με­ταμ­φι­έ­σει τον α­να­γνώ­στη σε η­θο­ποι­ό στη θε­α­τρι­κή πα­ρά­στα­ση «Η­φαί­στει­ο» του Παν­τε­λή Πρε­βε­λά­κη, πλά­ι στην Κα­τί­να Πα­ξι­νού και τον Α­λέ­ξη Μι­νω­τή τον Αύ­γου­στο του 1966, και τέ­λος να α­νοί­ξει τη μαύ­ρη ομ­πρέ­λα για να μη βρα­χεί ο Αρ­χι­ε­πί­σκο­πος Κύ­πρου Μα­κά­ριος, που ως Αρ­χη­γός Κρά­τους τι­μά τη Μο­νή στους ε­ορ­τα­σμούς της ε­κα­τον­τα­ε­τη­ρί­δας.

   Ο α­να­γνώ­στης θα κά­νει μια σύν­το­μη δι­α­δρο­μή στην πο­λι­τι­κή και εκ­κλη­σι­α­στι­κή ι­στο­ρί­α του τό­που κα­θώς οι δή­μαρ­χοι, οι βου­λευ­τές και οι νο­μάρ­χες αλ­λά­ζουν, οι Ε­πί­σκο­ποι Ρε­θύ­μνης και οι Η­γού­με­νοι της Μο­νής αλ­λά­ζουν… Ο ε­ρευ­νη­τής θα βρει πε­ρι­ε­κτι­κά βι­ο­γρα­φι­κά ση­μει­ώ­μα­τα για τα πρό­σω­πα που α­να­φέ­ρον­ται στο βι­βλί­ο, α­πό τον Πρίγ­κι­πα Γε­ώρ­γιο, τον Πλα­στή­ρα, το Με­τα­ξά, τον Ε­λευ­θέ­ριο και το Σο­φο­κλή Βε­νι­ζέ­λο, έ­ως τον Α­με­ρι­κα­νό πρέ­σβη Πι­ου­ρι­φό­ι, τον Τσο­λά­κο­γλου και τον Γρί­βα, ό­λους τους ε­πι­σκό­πους Ρε­θύ­μνης και τους Η­γου­μέ­νους της Μο­νής, το Χρι­στό­φο­ρο Σταυ­ρου­λά­κη, τον Παν­τε­λή Πρε­βε­λά­κη και τους στρα­τη­γούς της ε­πτα­ε­τί­ας… Ό­λοι έ­χουν θέ­ση ε­δώ.­..

   Ο βι­βλι­ό­φι­λος θα ε­νη­με­ρω­θεί για τα «Αρ­κά­δια», α­γώ­νες τι­μής στην Ε­θε­λο­θυ­σί­α και θα στα­θεί πολ­λές φο­ρές στο φω­το­γρα­φι­κό αρ­χεί­ο που ο Νί­κος Δε­ρε­δά­κης με κό­πο συγ­κέν­τρω­σε. Πέ­ρα α­πό τα πρό­σω­πα που κά­ποι­ος θα α­να­γνω­ρί­σει, θα πα­ρα­τη­ρή­σει τον πέ­τρι­νο αυ­λό­γυ­ρο του Μο­να­στη­ριού, που δεν σώ­ζε­ται πια και που έ­φτα­νε ως τους στά­βλους πε­ρι­κλεί­ον­τας το Μαυ­σω­λεί­ο, την ο­δό Αρ­κα­δί­ου του 1950 και τις ξύ­λι­νες προ­σό­ψεις των κα­τα­στη­μά­των της ε­πο­χής με τους ον­τά­δες, την εί­σο­δο του κι­νη­μα­το­γρά­φου «Ε­ΣΠΕ­ΡΟΣ» α­πέ­ναν­τι α­πό το ση­με­ρι­νό Δη­μαρ­χεί­ο, τη χω­μά­τι­νη ο­δό Βάρ­δα Καλ­λέρ­γη, με τα μι­σο­κα­τε­στραμ­μέ­να κτή­ριά της, τη λε­ω­φό­ρο Κουν­του­ρι­ώ­τη με το Ε­φε­δρο­τα­μεί­ο της, την χω­μά­τι­νη προ­κυ­μαί­α με τα κα­φε­νεί­α και τα κι­ό­σκια της, το γή­πε­δο της Σο­χώ­ρας με το «γερ­μα­νι­κό που­λί», που α­κό­μη δεν εί­χε πε­ρά­σει στην ι­στο­ρί­α, το χω­ριό Ά­δε­λε με τα πορ­τραί­τα των Βα­σι­λιά­δων στους τοί­χους των σπι­τι­ών…

   Ο συγ­γρα­φέ­ας ξε­κι­νά με μια σύν­το­μη αλ­λά πλή­ρη ει­σα­γω­γή για την ε­πα­νά­στα­ση του 1866 με ι­δι­αί­τε­ρη, ό­πως εί­ναι φυ­σι­κό α­να­φο­ρά στον κα­θο­ρι­στι­κό ρό­λο που δι­α­δρα­μά­τι­σε το Μο­να­στή­ρι στην ι­στο­ρι­κή και συ­νά­μα τρα­γι­κή συγ­κυ­ρί­α. Χω­ρίς πολ­λές λε­πτο­μέ­ρει­ες, που εί­ναι ή­δη γνω­στές α­πό άλ­λους ε­ρευ­νη­τές, δί­δει το ι­στο­ρι­κό γε­γο­νός, κα­θώς στό­χος του εί­ναι να πε­ρά­σει α­μέ­σως στην κα­τ’ έ­τος κα­τα­γρα­φή των θρη­σκευ­τι­κών και πο­λι­τι­κών ε­ορ­τα­σμών της Ε­θε­λο­θυ­σί­ας. Συ­χνά ο συγ­γρα­φέ­ας συμ­πλη­ρώ­νει με ε­κτε­νείς πα­ρα­πομ­πές τα γε­γο­νό­τα, για να μπο­ρέ­σει ο α­να­γνώ­στης να κα­τα­το­πι­σθεί σχε­τι­κά με ό­σο το δυ­να­τόν πε­ρισ­σό­τε­ρες πλη­ρο­φο­ρί­ες για πρό­σω­πα και μέ­ρη του Ρε­θύ­μνου.

   Αρ­χι­νά με την πε­ρί­ο­δο α­μέ­σως με­τά τα δρα­μα­τι­κά γε­γο­νό­τα, κά­νον­τας α­να­φο­ρά στο πρώ­το μνη­μό­συ­νο τι­μής, 26 μό­λις μέ­ρες με­τά, στην πό­λη του Ναυ­πλί­ου. Έ­να δεύ­τε­ρο μνη­μό­συ­νο, τέ­λη του έ­τους, στην πα­λιά Μη­τρό­πο­λη Α­θη­νών έρ­χε­ται να ε­πι­σφρα­γί­σει το η­ρω­ι­κό αν­δρα­γά­θη­μα.

   Με­σο­λα­βούν 17 έ­τη ως το 1883, χω­ρίς γρα­πτές μαρ­τυ­ρί­ες. Πρέ­πει να ση­μει­ω­θεί ε­δώ πως α­πό το 1878 έ­χου­με α­νε­πί­ση­μα μνη­μό­συ­να στο Ρέ­θυ­μνο πρω­το­στα­τούν­τος του Εμ­μα­νου­ήλ Βι­βι­λά­κη. Ε­πί πρω­θυ­πουρ­γί­ας δε Τρι­κού­πη τε­λεί­ται μνη­μό­συ­νο στην Α­θή­να, πα­ρου­σί­α και του στρα­τη­γού Πά­νου Κο­ρω­ναί­ου, ο ρό­λος του ο­ποί­ου υ­πήρ­ξε κα­θο­ρι­στι­κός στα γε­γο­νό­τα του 1866.

   Το 1884 τε­λεί­ται για πρώ­τη φο­ρά ε­πί­ση­μη ε­πι­μνη­μό­συ­νη δέ­η­ση στο Ρέ­θυ­μνο. Α­ρω­γός στις εκ­δη­λώ­σεις τι­μής ο Φι­λεκ­παι­δευ­τι­κός Σύλ­λο­γος με πρό­ε­δρο τον Κων­σταν­τί­νο Πε­τυ­χά­κη και ο Σύλ­λο­γος «Μού­σαι». Το ε­πό­με­νο έ­τος η τουρ­κι­κή Δι­οί­κη­ση θο­ρυ­βεί­ται και α­παι­τεί οι εκ­δη­λώ­σεις να πε­ρι­ο­ρι­σθούν στο θρη­σκευ­τι­κό μό­νο μέ­ρος. Ο Ε­πί­σκο­πος Ι­ε­ρό­θε­ος δεν με­τα­βαί­νει στο Αρ­κά­δι α­πο­φεύ­γον­τας να ο­ξύ­νει πε­ρισ­σό­τε­ρο το ή­δη τε­τα­μέ­νο κλί­μα.

   Τον Ι­α­νουά­ριο του 1899 ο Ύ­πα­τος Αρ­μο­στής Κρή­της πρίγ­κι­πας Γε­ώρ­γιος τι­μά το Αρ­κά­δι. Χα­ρα­κτη­ρι­στι­κές εί­ναι οι Η­με­ρή­σι­ες Δι­α­τά­ξεις του Ρώ­σου Δι­οι­κη­τού Θε­ο­δώ­ρου ντε Χι­ο­στάκ, που α­φο­ρούν την ά­φι­ξη του πρίγ­κι­πα. Ευ­πρε­πι­σμός των ο­δών και στο­λι­σμός με δάφ­νι­να στε­φά­νια και γιρ­λάν­τες, εγ­καί­νια νέ­ων σχο­λι­κών εγ­κα­τα­στά­σε­ων, δι­α­νυ­κτέ­ρευ­ση στην ι­ε­ρά Μο­νή Αρ­κα­δί­ου, ε­πί­σκε­ψη την ε­πό­με­νη μέ­ρα στην ι­ε­ρά Μο­νή Αρ­σα­νί­ου. Ό­λα μπο­ρούν να χω­ρέ­σουν σε 48 ώ­ρες…

   Ως τo 1908 οι ε­ορ­τα­σμοί εί­ναι υ­πο­το­νι­κοί. Α­κο­λου­θούν οι Βαλ­κα­νι­κοί πό­λε­μοι και η Μι­κρα­σι­α­τι­κή Κα­τα­στρο­φή. Τα έ­τη που έ­πον­ται ως το 1927 οι ε­ορ­τα­σμοί έ­χουν κα­θα­ρά θρη­σκευ­τι­κό χα­ρα­κτή­ρα.

   Το 1929 α­να­λαμ­βά­νουν ε­πι­τυ­χώς ο τό­τε Δή­μαρ­χος Ρε­θύ­μνης Τί­τος Πε­τυ­χά­κης με το γυ­μνα­σιά­ρχη Μι­χα­ήλ Πρε­βε­λά­κη και τον Ε­πί­σκο­πο Ρε­θύ­μνης Τι­μό­θε­ο Βε­νέ­ρη να πρά­ξουν τα δέ­ον­τα για τους ε­ορ­τα­σμούς στο Αρ­κά­δι.

   Το 1930 για την έ­λευ­ση του πρω­θυ­πουρ­γού Ε­λευ­θέ­ριου Βε­νι­ζέ­λου, η Αρ­κα­δί­ου δαφ­νο­στε­φα­νώ­νε­ται. Στις 9 Νο­εμ­βρί­ου γί­νον­ται και τα α­πο­κα­λυ­πτή­ρια του Α­γνώ­στου Στρα­τι­ώ­τη, έρ­γο του γλύ­πτη Πε­ρά­κη. Πάν­τα ση­μαν­τι­κά γε­γο­νό­τα για τη πό­λη του Ρε­θύ­μνου συν­δέ­ον­ταν με τους ε­ορ­τα­σμούς.

   Το 1936 στις εκ­δη­λώ­σεις τι­μής κα­τε­βαί­νει στο Ρέ­θυ­μνο ο «Ε­θνι­κός Κυ­βερ­νή­της» Ι­ω­άν­νης Με­τα­ξάς. Πα­ρα­κο­λου­θεί την πα­ρέ­λα­ση στην Προ­κυ­μαί­α και κα­τα­θέ­τει στο Μο­να­στή­ρι δάφ­νι­νο στε­φά­νι…

   Το 1938 χρώ­μα στον ε­ορ­τα­σμό δί­νει ο αρ­χι­μου­σι­κός Γκί­νος με τη Φι­λαρ­μο­νι­κή του Δή­μου. Με­σο­λα­βεί η Γερ­μα­νι­κή Κα­το­χή και ο εμ­φύ­λιος…

   Το 1950 τι­μά το Αρ­κά­δι ο πρω­θυ­πουρ­γός Σο­φο­κλής Βε­νι­ζέ­λος. Τον σπου­δαί­ο πα­νη­γυ­ρι­κό της η­μέ­ρας εκ­φω­νεί ο Ρε­θε­μνι­ώ­της Συν­ταγ­μα­τάρ­χης Χρι­στό­φο­ρος Σταυ­ρου­λά­κης, πρώ­τος πρό­ε­δρος της Ι­στο­ρι­κής και Λα­ο­γρα­φι­κής Ε­ται­ρί­ας Ρε­θύ­μνου.

   Το 1951 ο πρω­θυ­πουρ­γός Νι­κό­λα­ος Πλα­στή­ρας ξε­να­γεί­ται στο Αρ­κά­δι α­πό τον αρ­χαι­ο­λό­γο και συν­τη­ρη­τή της Μο­νής Κων­σταν­τί­νο Κα­λο­κύ­ρη και το 1954ο μου­σι­κο­συν­θέ­της Πρα­μα­τευ­τά­κης ε­κτε­λεί τη σύν­θε­σή του «Αρ­κά­δι» με με­γά­λη ε­πι­τυ­χί­α.

   Το 1955 ο Αρ­χι­ε­πί­σκο­πος Κύ­πρου Μα­κά­ριος πα­ρί­στα­ται στους ε­ορ­τα­σμούς. Τον πα­νη­γυ­ρι­κό εκ­φω­νεί ο Δη­μή­τριος Μο­ά­τσος, ε­νώ το 1956 ση­μεί­ο α­να­φο­ράς α­πο­τε­λεί η θε­με­λί­ω­ση α­πό τον υ­πουρ­γό Γε­ώρ­γιο Ράλ­λη της κα­τα­σκευ­ής του λι­μέ­νος της πό­λης και των εγ­και­νί­ων της Δη­μό­σιας Βι­βλι­ο­θή­κης.

   Το 1959 τι­μά με την πα­ρου­σί­α του το Ο­λο­καύ­τω­μα ο στρα­τη­γός Γρί­βας. Α­ναγ­καί­ο ζή­τη­μα η πε­ρί­φρα­ξη του γη­πέ­δου της Σο­χώ­ρας, στο ο­ποί­ο τε­λούν­ταν τα Αρ­κά­δια. Τό­τε εγ­και­νι­ά­ζε­ται και ο πε­ρι­φε­ρεια­κός δρό­μος της Φορ­τέ­τζας α­πό τον Υ­πουρ­γό Εμ­μα­νου­ήλ Κε­φα­λο­γιά­ννη.

   Το 1960 με πρω­τερ­γά­τη τον δι­κη­γό­ρο και πρό­ε­δρο της Πνευ­μα­τι­κής Ε­στί­ας Πο­λύ­βιο Τσά­κω­να, οι εκ­δη­λώ­σεις αλ­λά­ζουν μορ­φή. Δο­ξο­λο­γί­α τε­λεί­ται μό­νο στο Αρ­κά­δι και παύ­ουν οι πα­ρε­λά­σεις. Αντ’ αυ­τού α­να­πα­ρι­στά­ται ως θε­α­τρι­κό δρώ­με­νο η πυρ­πό­λη­ση της Μο­νής στη πυ­ρι­τι­δα­πο­θή­κη.

   Το 1962 τί­θε­ται σε ι­σχύ το ΦΕΚ του 1961 που ο­ρί­ζει την 8η Νο­εμ­βρί­ου ως το­πι­κή αρ­γί­α της πό­λης. Το 1965 για πρώ­τη φο­ρά εκ­προ­σω­πεί­ται ο Βα­σι­λιάς με τον αν­τι­στρά­τη­γο Πα­πα­ρό­δο.

   Στους τρι­ή­με­ρους ε­ορ­τα­σμούς της ε­κα­τον­τα­ε­τη­ρί­δας πέ­ρα α­πό τα α­πο­κα­λυ­πτή­ρια του αν­δριά­ντα του Γι­αμ­που­δά­κη, έρ­γο του Κα­να­κά­κη στην πλα­τεί­α των Α­γί­ων Τεσ­σά­ρων Μαρ­τύ­ρων και το θε­α­τρι­κό έρ­γο «Η­φαί­στει­ο» του Πρε­βε­λά­κη με την Πα­ξι­νού και το Μι­νω­τή σε μου­σι­κή Μα­μαγ­κά­κη που παί­χτη­κε στην αυ­λή του Τούρ­κι­κου Σχο­λεί­ου τον Αύ­γου­στο του 1966, ση­μαν­τι­κό γε­γο­νός α­πο­τέ­λε­σε και ο πα­νη­γυ­ρι­κός λό­γος του Παν­τε­λή Πρε­βε­λά­κη στο κα­τά­με­στο α­πό κό­σμο Ω­δεί­ο…

   Στη συ­νέ­χεια και για τρί­α βρά­δια α­νέ­βη­κε η θε­α­τρι­κή η­θο­γρα­φί­α του Νι­κο­λά­ου Ορ­φα­νού «Κα­λά Ξέ­τε­λα» α­πό την ε­ρα­σι­τε­χνι­κή σκη­νή του Ω­δεί­ου με την κ. Βαρ­βά­ρα Σκαρ­βέ­λη, που ευ­γε­νι­κά μας πα­ρα­χώ­ρη­σε τις φω­το­γρα­φί­ες που βλέ­που­με…

   Υ­ψη­λός προ­σκε­κλη­μέ­νος στις βρο­χε­ρές ε­κεί­νες εκ­δη­λώ­σεις ο Αρ­χι­ε­πί­σκο­πος Μα­κά­ριος ως αρ­χη­γός πια του Κυ­πρια­κού Κρά­τους. Στον πα­νη­γυ­ρι­κό του θα πει :«Εἰς τόν χῶ­ρον τοῦ­τον ἐ­χώ­ρε­σεν πρό ἑ­κα­τό ἐ­τῶν ἡ δό­ξα ὅ­λης τῆς Ἑλ­λά­δας…­». Την ί­δια μέ­ρα τε­λούν­ται τα α­πο­κα­λυ­πτή­ρια των προ­το­μών του Γι­αμ­που­δά­κη στο Ά­δε­λε και του Η­γου­μέ­νου Γα­βρι­ήλ στις Μαρ­γα­ρί­τες Μυ­λο­πο­τά­μου.

   Την πε­ρί­ο­δο της ε­πτα­ε­τί­ας οι εκ­δη­λώ­σεις εί­ναι λαμ­πρές κα­θώς το κα­θε­στώς προ­σέ­φε­ρε «άρ­τον και θε­ά­μα­τα». Ο αν­τι­πρό­ε­δρος της Κυ­βέρ­νη­σης Στυ­λια­νός Πατ­τα­κός πα­ρί­στα­ται κά­θε έ­τος στις εκ­δη­λώ­σεις λό­γω και της ρε­θε­μνι­ώ­τι­κης κα­τα­γω­γής του. Το 1967 τι­μούν το Αρ­κά­δι το βα­σι­λι­κό ζεύ­γος Κων­σταν­τί­νος και Άν­να Μα­ρί­α, εγ­και­νι­ά­ζον­τας το νέ­ο χώ­ρο που φι­λο­ξε­νεί τις προ­το­μές των Η­ρώ­ων στο Μαυ­σω­λεί­ο… Το ί­διο έ­τος στα «Αρ­κά­δια» στη Σο­χώ­ρα, ση­μει­ώ­νον­ται, λό­γω συ­νω­στι­σμού των θε­α­τών, τραυ­μα­τι­σμοί και έ­νας θά­να­τος… Α­κο­λου­θεί η πε­ρί­ο­δος της Με­τα­πο­λί­τευ­σης πα­ρου­σί­α πλή­θους προ­σω­πι­κο­τή­των… Ο Κων. Τσά­τσος, ο Κων. Στε­φα­νό­που­λος, ο Στέ­λιος Μυ­γιά­κης, ο Κά­ρο­λος Πα­πού­λιας, o­ι νε­ώ­τε­ροι Κων­σταν­τί­νος Κα­ρα­μαν­λής και Γε­ώρ­γιος Πα­παν­δρέ­ου ό­λοι τι­μούν την Αρ­κα­δι­κή Ε­θε­λο­θυ­σί­α.

   Φέ­τος, στην ε­πέ­τει­ο των 150 ε­τών α­πό το Ο­λο­καύ­τω­μα της Μο­νής ο πρό­ε­δρος της Δη­μο­κρα­τί­ας κ. Προ­κό­πιος Παυ­λό­που­λος θα κλί­νει ευ­λα­βι­κά το γό­νυ τι­μών­τας την Ε­θε­λο­θυ­σί­α των Η­ρώ­ων…

 

   Κλεί­νον­τας θέ­λω να ε­πι­ση­μά­νω τα πα­ρα­κά­τω :

 

1ο. Η ε­πι­λο­γή του ε­ξω­φύλ­λου, που κο­σμεί το βι­βλί­ο κι­νή­θη­κε κα­τά τη γνώ­μη μου σε έ­να δι­πλό ά­ξο­να, αρ­χι­κά να εί­ναι σύγ­χρο­νο και κα­τό­πιν να πα­ρα­πέμ­πει στο θρη­σκευ­τι­κό συ­ναί­σθη­μα με­τα­δί­δον­τας ό­λο το σε­βα­σμό και την α­πό­δο­ση τι­μής, που ο­φεί­λου­με σε ε­κεί­νους τους Ή­ρω­ες.

2ο. Ο συγ­γρα­φέ­ας πα­ρου­σιά­ζει α­να­λυ­τι­κά τις εκ­δη­λώ­σεις της Αρ­κα­δι­κής Ε­θε­λο­θυ­σί­ας, πα­ρα­πέμ­πον­τας σε άρ­θρα των το­πι­κών ε­φη­με­ρί­δων (Κρη­τι­κή Ε­πι­θε­ώ­ρη­ση, Βή­μα, Νέ­ος Ρα­δά­μαν­θυς, Α­στρα­πή, Αρ­κά­διον, Έ­νω­σις, Πο­λι­τεί­α και άλ­λες) προ­σπα­θών­τας να στα­θεί κον­τά στην ι­στο­ρι­κή α­λή­θεια. Δι­αν­θί­ζει δε το κεί­με­νό του με ι­στο­ρι­κά ντο­κου­μέν­τα, τις Η­με­ρή­σι­ες Δι­α­τά­ξεις του Ρώ­σου Δι­οι­κη­τή Ντε Χι­ο­στάκ, τα προ­γράμ­μα­τα των εκ­δη­λώ­σε­ων του Φι­λεκ­παι­δευ­τι­κού Συλ­λό­γου και α­πο­σπά­σμα­τα α­πό τους πα­νη­γυ­ρι­κούς λό­γους του Χρ. Σταυ­ρου­λά­κη, του Παντ. Πρε­βε­λά­κη και άλ­λων με­γά­λων. Η βι­βλι­ο­γρα­φί­α του εί­ναι πλού­σια, ε­κτε­νής και α­να­λυ­τι­κή. Τα κεί­με­να συμ­πλη­ρώ­νουν και δι­α­φω­τί­ζουν πά­νω α­πό 150 υ­πο­ση­μει­ώ­σεις, που δί­νουν στον α­να­γνώ­στη πλη­ρο­φο­ρί­ες για τα πρό­σω­πα, για τις πο­λι­τι­κές και κοι­νω­νι­κές κα­τα­στά­σεις, αλ­λά και για μέ­ρη και κτή­ρια του Ρε­θύ­μνου που σή­με­ρα δεν υ­πάρ­χουν.

3ο. Δη­μο­σι­εύ­ει στο πα­ράρ­τη­μά του τον πα­νη­γυ­ρι­κό λό­γο του ια­τρού και πρώ­του προ­έ­δρου του Φι­λεκ­παι­δευ­τι­κού Συλ­λό­γου Κων­σταν­τί­νου Πε­τυ­χά­κη, που έ­ως σή­με­ρα γνώ­ρι­ζαν λί­γοι ε­ρευ­νη­τές και λά­τρεις της Ρε­θε­μνι­ώ­τι­κης ι­στο­ρί­ας.

4ο. Ο συγ­γρα­φέ­ας συν­δέ­ει τις πε­ρισ­σό­τε­ρες φο­ρές τους ε­ορ­τα­σμούς με με­γά­λα γε­γο­νό­τα για το Ρέ­θυ­μνο, ό­πως τα α­πο­κα­λυ­πτή­ρια του α­γάλ­μα­τος του Α­γνώ­στου Στρα­τι­ώ­τη, τη θε­με­λί­ω­ση του λι­μέ­νος και τα εγ­καί­νια του πε­ρι­φε­ρεια­κού δρό­μου της Φορ­τέ­τζας. Έ­τσι ο α­να­γνώ­στης δεν στέ­κε­ται μό­νο στις δο­ξο­λο­γί­ες και τις πα­ρε­λά­σεις, που σί­γου­ρα α­πο­τε­λούν τον πυ­ρή­να του πο­νή­μα­τός του αλ­λά πλη­ρο­φο­ρεί­ται και για ό­λα αυ­τά τα ση­μαν­τι­κά γε­γο­νό­τα που ση­μά­δε­ψαν την πό­λη μας.

5ο. Ο συγ­γρα­φέ­ας α­πο­στα­σι­ο­ποι­εί­ται α­πό τα πο­λι­τι­κά γε­γο­νό­τα, πε­ρι­γρά­φον­τάς τα αυ­τού­σια. Δεν πα­ρα­λεί­πει τις εκ­δη­λώ­σεις της ε­πτα­ε­τί­ας, που μπο­ρεί να α­πο­τε­λεί με­λα­νή σε­λί­δα για την ι­στο­ρί­α μας, δε παύ­ει ό­μως να εί­ναι μέ­ρος αυ­τής, ά­ρα και οι εκ­δη­λώ­σεις της. Οι πο­λι­τι­κές ε­ξε­λί­ξεις α­πα­ριθ­μούν­ται πάν­το­τε συ­νυ­φα­σμέ­νες με τους ε­ορ­τα­σμούς…

6ο. Κα­τα­φέρ­νει με ε­πι­τυ­χί­α να φέ­ρει τον α­να­γνώ­στη, ό­πως α­νέ­φε­ρα και στην αρ­χή, δί­πλα σε με­γά­λες προ­σω­πι­κό­τη­τες, να νι­ώ­σει το δέ­ος τους μέ­σα στην πυ­ρι­τι­δα­πο­θή­κη και τη συγ­κί­νη­σή τους στο Κα­θο­λι­κό.

7ο. Συ­νο­δεύ­ει τις πε­ρι­γρα­φές του με πλού­σιο φω­το­γρα­φι­κό υ­λι­κό. 170 φω­το­γρα­φί­ες, πολ­λές α­π’ αυ­τές α­νέκ­δο­τες, με­τα­φέ­ρουν τον α­να­γνώ­στη στην α­νά­λο­γη ε­πο­χή, κά­νον­τας κα­τα­νο­η­τή, εύ­λη­πτη και ευ­χά­ρι­στη την α­νά­γνω­ση του βι­βλί­ου. Και δεν εί­ναι μό­νο τα πρό­σω­πα, αλ­λά η α­τμό­σφαι­ρα μιας άλ­λης ε­πο­χής που ξε­πη­δά α­πό τις φω­το­γρα­φί­ες. Πώς να μην συγ­κι­νη­θεί κα­νείς αν­τι­κρί­ζον­τας τους κρη­τι­κούς με τα  δάφ­νι­να στε­φά­νια εμ­πρός στο Μαυ­σω­λεί­ο, έ­τοι­μοι να α­πο­τί­σουν φό­ρο τι­μής στους προ­γό­νους τους; πως να μη βουρ­κώ­σεις πα­ρα­τη­ρών­τας τη φω­το­γρα­φί­α που ο μο­να­χός κρα­τά σφι­χτά στα χέ­ρια του τον πί­να­κα με την α­να­πα­ρά­στα­ση της πυρ­πό­λη­σης, δυ­ο κρα­τούν το δί­σκο με τα κόλ­λυ­βα και έ­νας η­λι­κι­ω­μέ­νος το ε­ξα­πτέ­ρυ­γο στη δι­α­δρο­μή του για το Μαυ­σω­λεί­ο; πως  να μην ευ­θυ­μή­σει κα­νείς με το έ­φιπ­πο θε­ρια­κλή υ­πουρ­γό κα­τά τη με­τα­φο­ρά του στο Αρ­κά­δι;

8ο. Τε­λι­κά το βι­βλί­ο αυ­τό, ε­κτός του ό­τι μπαί­νει στο μα­κρύ κα­τά­λο­γο με τα ση­μαν­τι­κά πο­νή­μα­τα για την ι­στο­ρί­α του Ρε­θύ­μνου και φυ­σι­κά του Αρ­κα­διού, κά­νει και κά­τι α­κό­μα… πε­τυ­χαί­νει α­πό τη μια να δώ­σει με κα­τα­νο­η­τό τρό­πο στους νε­ό­τε­ρους α­να­γνώ­στες μέ­σα α­πό τους ε­ορ­τα­σμούς την ι­στο­ρί­α της πό­λης και της Ελ­λά­δας με­τά τα γε­γο­νό­τα του 1866 και α­πό την άλ­λη να με­τα­τρέ­ψει το βι­βλί­ο σε ad h­oc ο­δη­γό των με­λε­τη­τών της Αρ­κα­δι­κής Ε­θε­λο­θυ­σί­ας.

 

   Ο­λο­κλη­ρώ­νον­τας και προ­σπα­θών­τας να μη σας κου­ρά­σω άλ­λο ο­φεί­λω να ευ­χα­ρι­στή­σω αρ­χι­κά την Ι­ε­ρά Μο­νή Αρ­κα­δί­ου και την Ι­ε­ρά Μη­τρό­πο­λη Ρε­θύ­μνης και Αυ­λο­πο­τά­μου για τη στή­ρι­ξη που μου πα­ρεί­χαν και τις υ­παλ­λή­λους της Δη­μό­σιας Κεν­τρι­κής Βι­βλι­ο­θή­κης Ρε­θύ­μνης χω­ρίς τη βο­ή­θεια των ο­ποί­ων θα ή­ταν α­δύ­να­τον να κά­νω την α­πο­ψι­νή πα­ρου­σί­α­ση. Ευ­χα­ρι­στώ, ε­πί­σης τη σε­λί­δα στο F­a­c­e­b­o­ok : «Ρέ­θυ­μνο, Πα­τρί­δα Α­γα­πη­μέ­νη» και τον κ. Κο­σμά Περ­πι­ρά­κη για τη πα­ρα­χώ­ρη­ση των α­νέκ­δο­των φω­το­γρα­φι­ών α­πό τα «Κα­λά Ξέ­τε­λα».

 

   Ά­φη­σα για το τέ­λος το φί­λο Νί­κο Δε­ρε­δά­κη, που μου έ­κα­νε τη τι­μή να εί­μαι έ­νας α­πό τους τρεις ο­μι­λη­τές που πα­ρου­σιά­ζουν α­πό­ψε το νέ­ο του βι­βλί­ο. Νι­κό­λα σε ευ­χα­ρι­στού­με για την προ­σεγ­μέ­νη δου­λειά σου και α­να­μέ­νου­με με­τά τις πρό­σφα­τες σπου­δές σου για το Νο­σο­κο­μεί­ο και τις Τε­τρα­κα­τοι­κί­ες, το ε­πό­με­νό σου βή­μα… Να εί­σαι πάν­τα γε­ρός, να συ­νε­χί­ζεις έτσι δημιουργικά…

 

 

   Δείτε παρακάτω την εικονοπαρουσίαση που συνόδευσε την ανωτέρω ομιλία του κ. Γοργοράπτη.

 

 

 
© 2010 Ιερά Μητρόπολις Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου, Ρέθυμνο, Κρήτη - Τηλεφωνικό Κέντρο 28310 22415 - Fax 28310 28557
 

website powered by HOTSoft.gr - κατασκευή ιστοσελίδας